Η πρώτη Μαΐου είναι μέρα ορόσημο για τους αγώνες του εργάτη. Οι αιματοβαμμένες εξεγέρσεις των εργατών του Σικάγο στις αρχές Μάη του 1886 έγιναν ύστερα από επιτυχημένες διεκδικήσεις των εργατών στον Καναδά το 1872. Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1884, πάρθηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας η απόφαση να γίνουν την πρώτη Μαΐου του 1886 απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στο Σικάγο, το μεγαλύτερο τότε βιομηχανικό κέντρο των ΗΠΑ. Αίτημα η μείωση των ωρών εργασίας και σύνθημα «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση, οχτώ ώρες ύπνο».
Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η Εργατική Πρωτομαγιά ως Εθνική Εργατική Εορτή καθιερώθηκε στην Ελλάδα, στις 7 Απριλίου 1937,Τα πρώτα εργατικά κινήματα στον ελλαδικό χώρο δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα με την ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας το 19ο αιώνα. Η πρώτη απεργία στον, τότε υπό οθωμανική διοίκηση, ελλαδικό χώρο ξέσπασε την Πρωτομαγιά του 1888 στην πόλη της Δράμας. Οι καπνεργάτες είχαν ως κύριο αίτημα τις δέκα ώρες εργασίας, καθώς εκείνη την εποχή οι εργάτες απασχολούνταν από δώδεκα έως και δεκατρείς ώρες ημερησίως.
Το 1892 έγινε η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση στο νεοελληνικό κράτος, από το Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Καλλέργη. Το 1893, 2.000 εργάτες διαδήλωσαν ζητώντας οκτάωρο, Κυριακή αργία και κρατική περίθαλψη στα θύματα εργατικών ατυχημάτων. Το 1894 γίνεται μια μεγάλη συγκέντρωση, με τα ίδια αιτήματα, που λήγει με 10 συλλήψεις. Τον Αύγουστο ακολουθεί η σύλληψη του σοσιαλιστή Σταύρου Καλλέργη. Το 1936 κορυφώνονται οι διαδηλώσεις από τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης. Τα γεγονότα ξεκίνησαν γύρω στο Φεβρουάριο, με κατάληψη ενός εργοστασίου ύστερα από την απόρριψη των αιτημάτων των εργατών. Αυτή γνώρισε τη συμπαράσταση καπνεργατών από άλλα εργοστάσια. Εναντίον τους χρησιμοποιήθηκε τόσο η αστυνομία όσο και ο στρατός. Δεν υπήρχε κεντρική συγκέντρωση, αλλά μικρές με ομιλητές σε διάφορα μέρη της πόλης.
Οι εργατικές κινητοποιήσεις στην πόλη κορυφώθηκαν το Μάιο του 1936, με τη μεγάλη απεργία και διαδήλωση των καπνεργατών που πνίγηκε στο αίμα. Υπήρξαν συνολικά δώδεκα νεκροί, ανάμεσα στους οποίους και ο 25χρονος αυτοκινητιστής, Τάσος Τούσης, στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου. Η φωτογραφία που απαθανάτισε τη μητέρα του να τον θρηνεί μόνη στο μέσον του δρόμου δημοσιεύθηκε στον Τύπο και αποτέλεσε την έμπνευση του Γιάννη Ρίτσου για τη συγγραφή της συλλογής.
«Γιέ μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,
πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,
Πως κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω
και δε σαλεύεις, δε γροικάς τα που πικρά σου λέω;
Γιόκα μου, εσύ που γιάτρευες κάθε παράπονό μου,
που μάντευες τι πέρναγα κάτου απ᾿ το τσίνορό μου,
Τώρα δε με παρηγοράς και δε μου βγάζεις άχνα
και δε μαντεύεις τις πληγές που τρώνε μου τα σπλάχνα;
Πουλί μου, εσὺ που μούφερνες νεράκι στὴν παλάμη
πως δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι;
Στη στράτα εδώ καταμεσὶς τ᾿ άσπρα μαλλιά μου λύνω
και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.
Φιλώ το παγωμένο σου χειλάκι που σωπαίνει
κ’ είναι σα να μου θύμωσε καὶ σφαλιγμένο μένει.
Δε μου μιλεῖς κ’ η δόλια εγὼ τον κόρφο, δες, ἀνοίγω
και στα βυζιὰ που βύζαξες τα νύχια, γιε μου, μπήγω.
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω
Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης
Και με το δάχτυλο απλωτό μου τάδειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα
Και μούδειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι
Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.
Μα, γιόκα μου, κι αν μούδειχνες τ’ αστέρια και τα πλάτια,
τάβλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκειά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια.
Και μούλεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θάναι δικά μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου