Ο Αντώνης Σαμαράκης είναι ένας από τους σημαντικότερους και δημοφιλέστερους έλληνες πεζογράφους με διεθνή αναγνώριση. Κορυφαία δημιουργία του το μυθιστόρημα «Το Λάθος» (1965), το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Το έργο του ανήκει στην πτυχή εκείνη της νεοελληνικής, μεταπολεμικής πεζογραφίας, που έχει ως κύριο στόχο την κοινωνική κριτική και την κοινωνική καταγγελία. Μέσα από τα διηγήματα και τα μυθιστορήματά του, φιλοδόξησε να γίνει «η φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή», όπως είχε πει σε μια του συνέντευξη.
Ο Αντώνης Σαμαράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Αυγούστου 1919 γιος του Ευριπίδη Σαμαράκη και της Αδριανής Παντελοπούλου. Μετά το απολυτήριο από το Β' Γυμνάσιο της Βαρβακείου Σχολής, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής συμμετείχε στην εθνική αντίσταση. Το 1944 συνελήφθη από τους Ναζί και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να αποδράσει. Το 1963 νυμφεύτηκε την Ελένη Κουρεμπανά. Εργάσθηκε ως εμπειρογνώμων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών σε πολλές χώρες για κοινωνικά θέματα και το 1989 ανακηρύχθηκε Πρεσβευτής Καλής Θέλησης της UNICEF για τα παιδιά του κόσμου. Στα γράμματα πρωτοπαρουσιάστηκε τον Νοέμβριο του 1933 από τις σελίδες του περιοδικού «Ξεκίνημα» με το ποίημα «Θάνατος» και συνεργάστηκε τα επόμενα χρόνια με τα περιοδικά «Νέα Εστία», «Νεοελληνικά Γράμματα», «Ακτίνες» κ.ά. Από το 1935 έως το 1963 ήταν υπάλληλος στο Υπουργείο Εργασίας, από το οποίο παραιτήθηκε με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά και επανήλθε μετά την Κατοχή το 1945. Μπορεί ο Αντώνης Σαμαράκης να ξεκίνησε την λογοτεχνική του διαδρομή ως ποιητής, αλλά καθιερώθηκε με το πεζογραφικό του έργο. Το 1954, δίνει το λογοτεχνικό του στίγμα με την συλλογή διηγημάτων «Ζητείται Ελπίς». Αποτελείται από δώδεκα ολιγοσέλιδα διηγήματα, το τελευταίο από τα οποία έδωσε τον τίτλο σε ολόκληρη την συλλογή. Με απλά και λιτά μέσα ο συγγραφέας μας παρουσιάζει την εικόνα ενός κόσμου, που, μετά τον πόλεμο και κάτω από την απειλή ενός καινούργιου πολέμου, αισθάνεται απογυμνωμένος από ιδεολογικούς προσανατολισμούς, πίστη και ελπίδα. Στον ίδιο αυτό κόσμο θα κινηθεί και με το επόμενο πεζό του, το μυθιστόρημα «Σήμα κινδύνου», (1959). Δύο χρόνια αργότερα παρουσίασε ένα τόμο με έντεκα διηγήματα υπό τον τίτλο «Αρνούμαι». Η συλλογή του αυτή, που είναι μια καθολική άρνηση στον παραλογισμό του μεταπολεμικού κόσμου θα του χαρίσει το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1962). Όμως το έργο που θα τον καταξιώσει παγκοσμίως είναι «Το λάθος», ένα μυθιστόρημα που θα εκδοθεί το 1965 σε μια κρίσιμη καμπή της νεοελληνικής πολιτικής ιστορίας («Ιουλιανά» και «Αποστασία»). Το κύριο θέμα του έργου είναι «το λάθος» της αδυσώπητης εξουσίας που δεν υπολόγισε τον ανθρώπινο παράγοντα, δεν στάθμισε με ακρίβεια τις σχέσεις θύτη και θύματος και τις ψυχολογικές διεργασίες που κάποτε συντελούνται, με αποτέλεσμα να ανατραπούν όλοι οι ψυχροί υπολογισμοί και σχεδιασμοί του δυνάστη. Η κριτική υποδέχτηκε θερμά το μυθιστόρημα του Σαμαράκη και μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας, όπως οι Άρθουρ Κέστλερ, Γκράχαμ Γκριν, Άρθουρ Μίλερ, Ινάτσιο Σιλόνε και Άγκαθα Κρίστι εκφράστηκαν με ενθουσιασμό για την κορυφαία στιγμή του συγγραφέα. Το βιβλίο απέσπασε το Βραβείο Μυθιστορήματος των Δώδεκα (1966) και το Μέγα Βραβείο Αστυνομικής λογοτεχνίας στην Γαλλία (1970). Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1975 από τον γερμανό σκηνοθέτη Πέτερ Φλάισμαν, με μουσική του Ένιο Μορικόνε και πρωταγωνιστές τους Μισέλ Πικολί , Ούγκο Τονιάτσι, Θύμιο Καρακατσάνη και Δήμο Σταρένιο. Επίσης μεταφέρθηκε στην μικρή οθόνη ως τηλεταινία σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, το Ιράν, η Ιαπωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχοσλοβακία. Στο ίδιο κλίμα με τα προηγούμενα μικρά του αφηγήματα κινούνται και οι τρεις συλλογές διηγημάτων που ακολούθησαν: «Η ζούγκλα«» (1966), «Το διαβατήριο (1975), και «Η κόντρα». Μετά τη Mεταπολίτευση δημοσίευσε κείμενα κοινωνικού και πολιτικού περιεχομένου στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Πρόκειται για έναν από τους περισσότερο μεταφρασμένους Έλληνες πεζογράφους, καθώς τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Το έργο του Σαμαράκη έχει έντονο το στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας και αντικατοπτρίζει τις προσωπικές του ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον της σύγχρονης κοινωνίας. Χρησιμοποίησε απλή γλώσσα και μη επιτηδευμένο ύφος και προσέγγισε τα θέματά του από μια έντονα ανθρωποκεντρική γωνία. Χαρακτηριζόταν από την αγάπη του για τους νέους. Δική του ιδέα ήταν η δημιουργία της Βουλής των Εφήβων, που οδήγησε στη διοργάνωση άτυπων συνεδριάσεων της Βουλής, όπου δίνεται ο λόγος σε νέους από όλη τη χώρα. Ο Αντώνης Σαμαράκης έφυγε από τη ζωή στις 8 Αυγούστου του 2003. Σύμφωνα με επιθυμία του, το σώμα του δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για έρευνες των φοιτητών της Ιατρικής.
Το έργο του ανήκει στην πτυχή εκείνη της νεοελληνικής, μεταπολεμικής πεζογραφίας, που έχει ως κύριο στόχο την κοινωνική κριτική και την κοινωνική καταγγελία. Μέσα από τα διηγήματα και τα μυθιστορήματά του, φιλοδόξησε να γίνει «η φωνή αυτών που δεν έχουν φωνή», όπως είχε πει σε μια του συνέντευξη.
Ο Αντώνης Σαμαράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Αυγούστου 1919 γιος του Ευριπίδη Σαμαράκη και της Αδριανής Παντελοπούλου. Μετά το απολυτήριο από το Β' Γυμνάσιο της Βαρβακείου Σχολής, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής συμμετείχε στην εθνική αντίσταση. Το 1944 συνελήφθη από τους Ναζί και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να αποδράσει. Το 1963 νυμφεύτηκε την Ελένη Κουρεμπανά. Εργάσθηκε ως εμπειρογνώμων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας των Ηνωμένων Εθνών σε πολλές χώρες για κοινωνικά θέματα και το 1989 ανακηρύχθηκε Πρεσβευτής Καλής Θέλησης της UNICEF για τα παιδιά του κόσμου. Στα γράμματα πρωτοπαρουσιάστηκε τον Νοέμβριο του 1933 από τις σελίδες του περιοδικού «Ξεκίνημα» με το ποίημα «Θάνατος» και συνεργάστηκε τα επόμενα χρόνια με τα περιοδικά «Νέα Εστία», «Νεοελληνικά Γράμματα», «Ακτίνες» κ.ά. Από το 1935 έως το 1963 ήταν υπάλληλος στο Υπουργείο Εργασίας, από το οποίο παραιτήθηκε με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά και επανήλθε μετά την Κατοχή το 1945. Μπορεί ο Αντώνης Σαμαράκης να ξεκίνησε την λογοτεχνική του διαδρομή ως ποιητής, αλλά καθιερώθηκε με το πεζογραφικό του έργο. Το 1954, δίνει το λογοτεχνικό του στίγμα με την συλλογή διηγημάτων «Ζητείται Ελπίς». Αποτελείται από δώδεκα ολιγοσέλιδα διηγήματα, το τελευταίο από τα οποία έδωσε τον τίτλο σε ολόκληρη την συλλογή. Με απλά και λιτά μέσα ο συγγραφέας μας παρουσιάζει την εικόνα ενός κόσμου, που, μετά τον πόλεμο και κάτω από την απειλή ενός καινούργιου πολέμου, αισθάνεται απογυμνωμένος από ιδεολογικούς προσανατολισμούς, πίστη και ελπίδα. Στον ίδιο αυτό κόσμο θα κινηθεί και με το επόμενο πεζό του, το μυθιστόρημα «Σήμα κινδύνου», (1959). Δύο χρόνια αργότερα παρουσίασε ένα τόμο με έντεκα διηγήματα υπό τον τίτλο «Αρνούμαι». Η συλλογή του αυτή, που είναι μια καθολική άρνηση στον παραλογισμό του μεταπολεμικού κόσμου θα του χαρίσει το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1962). Όμως το έργο που θα τον καταξιώσει παγκοσμίως είναι «Το λάθος», ένα μυθιστόρημα που θα εκδοθεί το 1965 σε μια κρίσιμη καμπή της νεοελληνικής πολιτικής ιστορίας («Ιουλιανά» και «Αποστασία»). Το κύριο θέμα του έργου είναι «το λάθος» της αδυσώπητης εξουσίας που δεν υπολόγισε τον ανθρώπινο παράγοντα, δεν στάθμισε με ακρίβεια τις σχέσεις θύτη και θύματος και τις ψυχολογικές διεργασίες που κάποτε συντελούνται, με αποτέλεσμα να ανατραπούν όλοι οι ψυχροί υπολογισμοί και σχεδιασμοί του δυνάστη. Η κριτική υποδέχτηκε θερμά το μυθιστόρημα του Σαμαράκη και μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας, όπως οι Άρθουρ Κέστλερ, Γκράχαμ Γκριν, Άρθουρ Μίλερ, Ινάτσιο Σιλόνε και Άγκαθα Κρίστι εκφράστηκαν με ενθουσιασμό για την κορυφαία στιγμή του συγγραφέα. Το βιβλίο απέσπασε το Βραβείο Μυθιστορήματος των Δώδεκα (1966) και το Μέγα Βραβείο Αστυνομικής λογοτεχνίας στην Γαλλία (1970). Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1975 από τον γερμανό σκηνοθέτη Πέτερ Φλάισμαν, με μουσική του Ένιο Μορικόνε και πρωταγωνιστές τους Μισέλ Πικολί , Ούγκο Τονιάτσι, Θύμιο Καρακατσάνη και Δήμο Σταρένιο. Επίσης μεταφέρθηκε στην μικρή οθόνη ως τηλεταινία σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, το Ιράν, η Ιαπωνία, η Ουγγαρία και η Τσεχοσλοβακία. Στο ίδιο κλίμα με τα προηγούμενα μικρά του αφηγήματα κινούνται και οι τρεις συλλογές διηγημάτων που ακολούθησαν: «Η ζούγκλα«» (1966), «Το διαβατήριο (1975), και «Η κόντρα». Μετά τη Mεταπολίτευση δημοσίευσε κείμενα κοινωνικού και πολιτικού περιεχομένου στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Πρόκειται για έναν από τους περισσότερο μεταφρασμένους Έλληνες πεζογράφους, καθώς τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Το έργο του Σαμαράκη έχει έντονο το στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας και αντικατοπτρίζει τις προσωπικές του ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον της σύγχρονης κοινωνίας. Χρησιμοποίησε απλή γλώσσα και μη επιτηδευμένο ύφος και προσέγγισε τα θέματά του από μια έντονα ανθρωποκεντρική γωνία. Χαρακτηριζόταν από την αγάπη του για τους νέους. Δική του ιδέα ήταν η δημιουργία της Βουλής των Εφήβων, που οδήγησε στη διοργάνωση άτυπων συνεδριάσεων της Βουλής, όπου δίνεται ο λόγος σε νέους από όλη τη χώρα. Ο Αντώνης Σαμαράκης έφυγε από τη ζωή στις 8 Αυγούστου του 2003. Σύμφωνα με επιθυμία του, το σώμα του δωρήθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για έρευνες των φοιτητών της Ιατρικής.