Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

Η τρομοκρατία των 30 τυράννων

Στις 16 Απριλίου του 404 π.Χ. οι Αθηναίοι άρχισαν να γκρεμίζουν τα τείχη της πόλης, υπακούοντας στις εντολές των Σπαρτιατών. Ήταν το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Ύστερα από 27 αιματηρά χρόνια και οι Αθηναίοι είχαν πλέον ηττηθεί. Συνθηκολόγησαν με τους Σπαρτιάτες και αναγκάστηκαν να δεχτούν πολύ αυστηρούς όρους.
Έπρεπε να γκρεμίσουν τα τείχη, να παραδώσουν τα πλοία τους και να υποστηρίζουν στρατιωτικά τους νικητές σε πιθανές εκστρατείες τους. Οι Αθηναίοι ακολούθησαν τις εντολές χωρίς να αντιδράσουν. Όλες εκτός από μία. Οι Σπαρτιάτες τους ζητούσαν να αλλάξουν το δημοκρατικό τους πολίτευμα σε ολιγαρχικό. Η πρόταση ήταν η εξής: 30 πολίτες θα διοικούσαν την πόλη μέχρι να συνταχθεί και να εφαρμοστεί νέο πολίτευμα. Όταν οι Αθηναίοι αντέδρασαν, επειδή η πρόταση ουσιαστικά διέλυε τη δημοκρατία, οι Σπαρτιάτες απείλησαν ότι θα επιβάλουν την αλλαγή με τη βία. Οι Αθηναίοι τότε ησύχασαν απότομα. Επιλέχθηκαν 30 Αθηναίοι ολιγαρχικοί. Ο πιο ακραίος ανάμεσά τους ήταν ο Κριτίας, αριστοκράτης, ξάδελφος του φιλοσόφου Πλάτωνα και πρώην μαθητής του Σωκράτη. Ο πιο μετριοπαθής ήταν ο Θηραμένης. Τον Σεπτέμβριο του 404 π.Χ. αυτοί και άλλοι 28 έγιναν οι επίσημοι άρχοντες της Αθήνας.
Η επικράτηση του Κριτία
Ο Κριτίας τρομοκρατούσε ακόμα και τους υπόλοπους 29 άρχοντες. Διαφώνησε με τον Θηραμένη σχετικά με το ποιοι θα έπρεπε να έχουν πολιτικά δικαιώματα στην Αθήνα. Ο Θηραμένης υποστήριζε ότι έπρεπε να ψηφίζουν οι τρεις ανώτερες κοινωνικές τάξεις, ενώ ο Κριτίας πίστευε ότι δικαιώματα έπρεπε να έχουν μόνο οι 3.000 πλουσιότεροι Αθηναίοι. Όλοι οι υπόλοιποι, όχι μόνο δεν θα είχαν πολιτικά δικαιώματα, αλλά θα μπορούσαν να εκτελεστούν με εντολή των αρχόντων χωρίς να περάσουν καν από δίκη. Η πρόταση του Κριτία ήταν τόσο ακραία, που ακόμα και οι άρχοντες δίστασαν να την ψηφίσουν. Γι’ αυτό ο Κρίτιας ζήτησε τη βοήθεια του Σπαρτιάτη φρούραρχου Κολλίβιου, ο οποίος διοικούσε τους 700 Σπαρτιάτες που φρουρούσαν την Αθήνα. Ευθύς αμέσως, οι άρχοντες τάχθηκαν στο πλευρό του Κριτία. Ο μοναδικός που συνέχιζε να προβάλει αντίσταση ήταν ο μετριοπαθής Θηραμένης. Ο Κριτίας απαλλάχτηκε από αυτόν, κατηγορώντας τον ότι με τις ενέργειές του διακινδύνευε το καθεστώς. Ο Θηραμένης δικάστηκε, ενώ στην αίθουσα ήταν παρόντες μια ομάδα οπλισμένων αντρών, ακόλουθοι του Κριτία. Όταν ο Θηραμένης κατάλαβε ότι θα καταδικαζόταν έτρεξε στο βωμό της Εστίας, ζητώντας άσυλο. Οι άντρες του Κριτία τον άρπαξαν και τον οδήγησαν στο δεσμωτήριο, όπου τον ανάγκασαν να πιει κώνειο.
Τρομοκρατία και εκτελέσεις

Οι άρχοντες μετέτρεψαν τη Βουλή σε ποινικό δικαστήριο με την οποία εκτέλεσαν όλους τους δημοκρατικούς αντιπάλους τους. Οι ψηφοφορίες στη Βουλή γίνονταν φανερά μπροστά στους άρχοντες, έτσι ώστε να ξέρουν ποιος τους υποστήριζε ολόψυχα και ποιος διακατεχόταν από δημοκρατικά φρονήματα. Ο Κριτίας, χωρίς ίχνος αναστολής, δήλωσε ότι οι εκτελέσεις ήταν απαραίτητες για να επικρατήσει επιτυχώς η ολιγαρχία. Και στόχος του ήταν να παραμείνει άρχοντας για πολύ καιρό. Τους ακολουθούσαν παντού τριακόσιοι μαστιγοφόροι και πολλοί “έμπιστοι” τους, οπλισμένοι με μαχαίρια για να τους προστατεύουν από το πλήθος. Παράλληλα με τις πολιτικές εκτελέσεις, οι άρχοντες άρχισαν να διώκουν εγκληματίες και εκβιαστές, που είχαν δράσει την περίοδο της δημοκρατίας. Τους καταδίκασαν και τους εκτέλεσαν, κερδίζοντας έτσι την εύνοια του λαού, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Όμως πολύ γρήγορα έγινε εμφανές ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό των διωκόμενων ήταν ένοχο και έπρεπε να τιμωρηθεί. Οι περισσότεροι ήταν απλά “επικίνδυνοι” για το καθεστώς ή ο θάνατός τους εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των αρχόντων. Οι πλούσιοι εκτελούνταν για να δημευτεί η περιουσία τους. Οι φτωχοί επειδή τόλμησαν να κάνουν ένα αρνητικό σχόλια για την ολιγαρχία. Συνολικά υπολογίζεται ότι εκτελέστηκαν περισσότεροι από 1.500 Αθηναίοι, ενώ περίπου 5 χιλιάδες διέφυγαν σε γειτονικές περιοχές για να γλιτώσουν από τους άρχοντες.
Ακόμα και ο Πλάτωνας, που ήταν συγγενής του Κριτία και αριστοκρατικός, κατήγγειλε τις πράξεις των αρχόντων στην “Ζ’ Επιστολή” του: “Νόμισα ότι αυτοί θα κυβερνήσουν το Κράτος, βγάζοντάς το από την άδικη πολιτική ζωή και φέρνοντάς το σε δίκαιη. Έτσι είχα στραμμένη την προσοχή μου σ’ αυτούς, να δω τι θα κάνουν. Είδα λοιπόν πως οι άνθρωποι αυτοί μέσα σε λίγο χρόνο κατέδειξαν πως ήταν “χρυσή” η προηγούμενη πολιτική κατάσταση, γιατί εκτός από τα άλλα, και τον αγαπημένο μου φίλο τον γέρο Σωκράτη, που δεν ντρέπομαι να πω πως ήταν ο δικαιότερος άνθρωπος του κόσμου, διέταξαν κάποιον να πάει με άλλους, να πιάσουν έναν πολίτη με τη βία και να τον οδηγήσουν κάπου για να τον θανατώσουν, ώστε να φανεί ότι συμμετείχε στο δικτατορικό τους καθεστώς, θέλοντας και μη. Ο Σωκράτης όμως δεν τους άκουσε και προτίμησε να κινδυνεύσει η ζωή του παρά να γίνει συνεργός μ’ αυτούς στα ανόσια έργα τους”..